- λιβεριανός
- Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στη Ρώμη, μαζί με τους Ευέλπιστο, Ιέρακα, Ιουστίνο τον φιλόσοφο, Παίωνα, Χαρίτωνα και τη Χαριτώ. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιουνίου.
* * *-ή, -ό [Λιβερία]1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Λιβερία ή προέρχεται από τη Λιβερία («λιβεριανή σημαία»)2. (αρσ. και θηλ. ως εθν.) ο Λιβεριανός, η Λιβεριανήο κάτοικος τής Λιβερίας ή αυτός που κατάγεται από τη Λιβερία.
Dictionary of Greek. 2013.